Νανα Winter-Γεωργιάδου

IMG_20181112_191620

Η Νανά Winter Γεωργιάδου γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Αννόβερο της Γερμανίας. Παρακολούθησε μαθήματα ζωγραφικής στο εργαστήρι της ζωγράφου Wedekind και ήδη σε νεαρή ηλικία συμμετείχε σε εκθέσεις νέων καλλιτεχνών. Μετά το γάμο της εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη όπου συνεχίζει να ζωγραφίζει. Έργα της βρίσκονται σήμερα στη Γερμανία, Αυστρία, Αγγλία, Γαλλία και στο Βέλγιο.  

ΑΤΟΜΙΚΕΣ ΕΚΘΕΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

1984 Γκαλερί Εξώστης

1986 Goethe Institut

1987 Αίθουσα Τέχνης Κ7

1994 Γκαλερί Αρμός

1997 Γκαλερί Άτριον

2001 Γκαλερί Άτριον

2011 Δημοτική Πινακοθήκη του Δήμου Πυλαίας – Χορτιάτη

2018 Govedarou Art Gallery

ΟΜΑΔΙΚΕΣ ΕΚΘΕΣΕΙΣ

1998 Συμμετοχή στην έκθεση 12 Θεσσαλονικέων ζωγράφων στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης των Σκοπίων υπό την αιγίδα της Ελληνικής Πρεσβείας.

 

Έχοντας ολοκληρώσει έναν κύκλο εργασιών από τη δεκαετία του ’80 έως τα μέσα του 2000, όπου η γυναικεία μορφή πρωταγωνιστούσε, η Νανά Winter – Γεωργιάδου πέρασε σταδιακά σε μια νέα περίοδο στη ζωγραφική της με τρεις ενότητες έργων που συμβολοποιούν τις εσωτερικές – βιωματικές της εμπειρίες. Το χρώμα σ’ αυτές τις τρεις ενότητες γίνεται φορέας ψυχικής αποφόρτισης. Αραιωμένο, διάφανο, με εκλάμψεις φωτός, δουλεμένο με ασυνήθιστο τρόπο, με τα χέρια, και σε σπάνιες περιπτώσεις με πινέλο, την οδήγησε στη θεματική απελευθέρωση. Η επαφή των χεριών με την επιφάνεια του καμβά λειτουργεί ως ένας άμεσος τρόπος μετάγγισης διαθέσεων, εσωτερικών δονήσεων, δίχως όμως αυτές να εκτρέπονται σε εντυπωσιασμούς, πόσο μάλλον σε εγκεφαλικές επινοήσεις. Η αφαίρεση κυοφορείται ήδη στην πρώτη ενότητα με το πέταγμα των πουλιών. Τα έργα αυτά διακρίνονται για την ακραία λιτότητα της σύνθεσης, τη συχνά τριμερή οριζόντια διάταξη, την ολιγοχρωμία. Η πειθαρχημένη έκφραση εντείνει το συμβολισμό του πετάγματος του πουλιού, καλώντας το θεατή να εισχωρήσει σε μια ατμόσφαιρα αμφίσημη, άλλοτε απειλητική, άλλοτε φιλική, γοητευτική στην απροσδιοριστία της.

Στην επόμενη ενότητα της αφαίρεσης, δίνεται χώρος ν’ αναπτυχθούν οι χρωματικές αρετές που διαθέτει η ζωγράφος, παράλληλα με τη χειρονομιακή ελευθερία και ένταση, την επεκτατική τάση που υπηρετείται κατάλληλα από τις μεγάλες επιφάνειες. Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι δεν έχει επηρεαστεί από το γερμανικό εξπρεσιονισμό, όπως ενδεχομένως θα υπέθετε κανείς λόγω καταγωγής. Σ’ ένα βαθμό συγγενεύει, δίχως συνειδητά να το επιδιώκει, με τη γαλλική ζωγραφική, κυρίως τον Ορφισμό του Delaunay. Η απομάκρυνση από την οπτική πραγματικότητα, όπως και το ξεπέρασμα του χρωματικού ασκητισμού, παρατηρούμε ότι ανοίγουν νέους εκφραστικούς ορίζοντες. Η υπέρβαση της συνθετικής στατικότητας που χαρακτήριζε την προηγούμενη περίοδο είναι καθοριστική. Η μορφοπλαστική γλώσσα πρωταγωνιστεί πλέον ως θέμα, χρώμα και φόρμα απλώνονται ρυθμικά. Καμπυλόγραμμα θέματα θραύονται από ποικίλες χρωματικές εκρήξεις, κίνηση και φως επικρατούν.

Η επιστροφή στην εκφραστική λιτότητα συντελείται και πάλι μέσα στην τρίτη ενότητα των “εναγκαλισμών”. Σ’ ένα περιβάλλον που σηματοδοτείται αποκλειστικά από μονοχρωμία, η οπτική επικεντρώνεται στις αγκαλιασμένες μορφές, τα ζευγάρια. Τα ανθρώπινα κορμιά συγχωνεύονται σε ένα απόλυτο σμίξιμο, εξαλείφοντας την ατομικότητα. Η επιλογή του χρώματος στον περιβάλλοντα χώρο παραπέμπει κάθε φορά στη δημιουργία συμβολικών αλληλεπιδράσεων με τις ανθρώπινες παρουσίες, ανοιχτών σε ερμηνευτικές προσεγγίσεις, ωστόσο εμφατικά υπαινικτικών. Όπως, λόγου χάριν, συμβαίνει στα έργα όπου το ζευγάρι αναδύεται σε άπλετο, δ&omicr